Ας υποθέσουμε ότι μεγαλώνοντας εξακολουθείς να δραστηριοποιείσαι στον ίδιο χώρο χωρίς να λες λέξη για τη λασπολογία ή τις συμφωνίες κάτω απ’ το τραπέζι, χωρίς να δείχνεις καμία ευαισθησία για τους ανθρώπους που συντηρούν το χώρο στον οποίο ανήκεις πιστεύοντας όσα γράφονται ως αποκαλυπτικά και αληθινά, χωρίς να εκδηλώνεις το παραμικρό ενδιαφέρον για αυτή την αμοραλιστική θεομηνία που ονομάστηκε δημοσιογραφικός οργανισμός.
Ας υποθέσουμε ότι όχι μόνο δραστηριοποιείσαι αμειβόμενος με έναν απλό μισθό όπως χιλιάδες συνάδελφοί σου, αλλά γίνεσαι και επαγγελματικό στέλεχος, αμειβόμενο αδρότατα, φυσικά όχι μόνον από τα κέρδη του οργανισμού, αλλά από αδιευκρίνιστα κονδύλια τα οποία περιέρχονται στη διάθεση του οργανισμού τον οποίο υπηρετείς, κονδύλια που προέρχονται από τους φόρους που πληρώνουν όλοι αυτοί που υποτίθεται ενημερώνεις αντικειμενικά.
Ας υποθέσουμε ότι μπαίνοντας και στην τηλεόραση ανεβαίνεις την κλίματα του μηχανισμού του οργανισμού, πάντοτε σιωπώντας για ό,τι προσβάλλει τη στοιχειώδη αξιοπρέπεια και ανθρωπιά, πάντοτε αδιάφορος για τα ίδια αδιευκρίνιστης προέλευσης κονδύλια – ακόμη και αν η προέλευσή τους αποτελούσε πλέον «κοινό μυστικό». Ας υποθέσουμε ότι δεν είχες κανέναν ενδοιασμό να δεχτείς τη χρησιμότητα όλων των μηχανισμών της διαπλοκής που χρησιμοποίησαν τα αφεντικά σου για να θησαυρίζουν εις βάρος των Ελλήνων πολιτών, ότι δεν είχες κανένα πρόβλημα όταν αυτή η διαπλοκή στοίχιζε επαναλαμβανόμενα προγράμματα εξυγίανσης και λιτότητες διαρκείας, ενώ εσύ και όμοιοί σου τρώγατε και τρώτε με ασημένια και χρυσά κουτάλια.
Ας υποθέσουμε ότι συνέχιζες να δραστηριοποιείσαι, να κάνεις το παπαγαλάκι για να ανεβάσεις τα νούμερα της AGB, να παρακολουθείς τον οργανισμό που υπηρετείς να αναπτύσσει τη δραστηριότητά του με τους ίδιους αδιευκρίνιστους πόρους.
Ας υποθέσουμε ότι μια μέρα ο οργανισμός αρχίζει να καταρρέει και βγαίνουν στη φόρα στοιχεία που καταδεικνύουν ότι εδώ και χρόνια η δραστηριότητα του οργανισμού αποτέλεσε προϊόν επιχορηγήσεων των χειρότερων εκπροσώπων της διαπλοκής και των πιο απερίγραπτων μηχανισμών, ότι προέρχονταν από μπόλικες «μεικτές εταιρείες» ή από εξωγενείς αδιαφανείς επιχειρήσεις, μερικές εκ των οποίων είχαν και πολιτιστικό – φιλανθρωπικό χαρακτήρα και ότι αυτό συνιστούσε κοινή πρακτική, όχι περιστασιακό γεγονός.
Ας υποθέσουμε ότι όλα αυτά τα προσπερνάς σαν να μην τρέχει τίποτα, σαν να μη συνέβη τίποτα, και αντί να τρέξεις να κρυφτείς, αντί να ζητήσεις συγγνώμη από όσους κορόιδεψες, αποφασίζεις να συνεχίσεις στον ίδιο δρόμο.
Ας υποθέσουμε ότι όλα αυτά έχουν συμβεί και ότι υπάρχει πρόσωπο ή πρόσωπα τα οποία ανταποκρίνονται στις παραπάνω προδιαγραφές. Ε λοιπόν, αν όλα ισχύουν όπως τα υποθέσαμε, τότε θέλει πολύ μεγάλο θράσος να διαμαρτύρεσαι και να αλαλάζεις – πάντα κατευθυνόμενα - προστατεύοντας με όλες σου τις δυνάμεις όσους φρόντιζαν χρόνια να μπαίνει ζεστό χρήμα στον οργανισμό, ακόμη και αν εμπλέκονται στα μαύρα ταμεία όλων των «ζίμενς» που στηρίζουν τα λαμόγια της χώρας.