Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα cinema. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα cinema. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 18 Αυγούστου 2013

The Lone Ranger


Χτες το βράδυ, πήγα για δεύτερη φορά σε θερινό σινεμά μέσα στο φετινό καλοκαίρι.

Περιτριγυρισμένοι από ανθρώπους που δεν μιλούσαν ελληνικά -βρετανοί, γάλλοι και λοιποί ευκατάστατοι τουρίστες έφτιαξαν μια διασκεδαστική και κοσμοπολίτικη ατμόσφαιρα- είχαμε ό,τι χρειαζόμαστε για ένα αυγουστιάτικο αθηναϊκό βράδυ.

Παρόλο τον συνδυασμό "θαψίματος & συμπάθειας" με τον οποίο είχαν περιλάβει την ταινία οι κριτικοί κινηματογράφου, δεν είχα απολύτως κανέναν ενδοιασμό να δώσω τα ακριβά μου 8 ευρώ για το "The Lone Ranger". Αν μη τι άλλο, πόσο χάλια μπορεί να είναι ένας Τζόνις Ντεπ και μια Έλενα Μπόναμ Κάρτερ;

Μεταξύ εναλλαγών αμερικανιάς και σινεφίλ αναφορών -κάργα Σέρτζιο Λεόνε- με χιούμορ, διάχυτη ειρωνεία και έναν ηθοποιό που γίνεται όλο και καλύτερος, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι το "The Lone Ranger" είναι η πιο αμερικάνικη και ταυτόχρονα η πιο αριστερή ταινία που έχω δει τον τελευταίο καιρό. Και έχω δει πολλές.

Αν δεν ήξερα ότι έχω μια τάση να εξιδανικεύω, θα έλεγα ότι οι δημιουργοί της ταινίας, έφτιαξαν ένα παμπόνηρο έργο.  Τον πιο πονηρό συνδυασμό λαϊκού blockbuster και -πως να πω- ταινίας με πολιτική άποψη.  Δράση-δράση-δράση και σκηνές με υπερβολές στο όρια της αφέλειας, που όλα στολίζουν -για τις ανάγκες ενός κοινού που καθοδηγείται 'για πλάκα'- έναν διακριτικά κρυμμένο κορμό ανθρωπιάς και πολιτικοποίησης.

Παραγωγός και σκηνοθέτης, σαν να φοβούνται, γι' αυτό και μετά από κάθε σκηνή που καταγράφει εξαχρειωμένους κυνηγούς του πλούτου, σαφέστατα κάλπικους και σιχαμένους, ακολουθεί κι ένα 'δωράκι' τυπικής αμερικανιάς. Έμπειροι κινηματογραφιστές και οι δυο, σχεδόν ξεστομίζουν on screen ότι αφού αυτό χρειάζεται για να πάει στο σινεμά ο κόσμος, "ορίστε, πάρτε", αλλά στην τελική θα πούμε κι εμείς αυτό που θέλουμε, πως δηλαδή τιμιότητα και μπέσα δεν συμβαδίζουν με εκπροσώπους του νόμου και λοιπούς ευυπόληπτους πολίτες.

Όσο για τον Τζόνι Ντεπ, εύχομαι να μην εγκαταλείψει την ηθοποιϊα.

Νομίζω ότι όσο περνούν τα χρόνια οδηγείται σταθερά, με τις εξαιρετικές του ερμηνείες, στο κλαμπ των σημαντικών ηθοποιών (με κορυφαίο τον Ουώλτερ Ματάου), που ακόμη και χωρίς να μιλούν, αρκεί ένα γκρο-πλαν στο πρόσωπό τους για να ξεκαρδιστείς ή ένα βλέμμα μερικών δευτερολέπτων για να καταφύγεις σε έναν γερό αναστεναγμό.

Η φωτογραφία από εδώ.

Δευτέρα 5 Αυγούστου 2013

Hollywood της Μεσογείου

Πριν μερικές ημέρες κατάφερα να παρακολουθήσω το ντοκυμαντέρ "Σμύρνη, Η Καταστροφή μιας Κοσμοπολίτικης Πόλης 1900-1922".

Πρόκειται για μια εξαιρετική ταινία της Μαρίας Ηλιού. Η σκηνοθέτις μάζεψε σπάνιο αρχειακό υλικό, συνεργάστηκε με τον ιστορικό Αλέξανδρο Κιτροέφ και συγκέντρωσε μαρτυρίες Σμυρνιών πρώτης, δεύτερης και τρίτης γενιάς, οι οποίοι αφηγούνται προσωπικές ιστορίες.

Γράφω στην αρχή ότι 'κατάφερα' να το παρακολουθήσω, γιατί ενώ μπορούσα να το κάνω εδώ και πολλούς μήνες, είχα ανάγκη συντροφιάς και ψυχολογικής προετοιμασίας. Κι αυτό διότι εδώ και πολλά χρόνια δυσκολεύομαι να παρακολουθήσω και να διαβάσω οτιδήποτε σχετίζεται με τη Σμύρνη, τον Πόντο και τις ιστορίες των τόπων και των ανθρώπων της προσφυγιάς.

Έχω ξεκινήσει επτά ή οκτώ φορές να διαβάζω τα "Ματωμένα Χώματα" της Διδώς Σωτηρίου και ουδέποτε κατάφερα να το τελειώσω. Παρόμοιο πρόβλημα αντιμετώπιζε και ο πατέρας μου θυμάμαι. Αν και η καταγωγή του δεν έχει καμία σχέση με τους τόπους εκείνους. Είναι αδύνατον να ξεπεράσω το σφίξιμο στο στομάχι, την πίκρα, τα κύματα θυμού, το σιχτίρι με τις αθλιότητες των πολιτικών παιχνιδιών. Αδύνατον να μην νιώσω λες και η μήτρα της καταγωγής μου να βρίσκεται σ' εκείνους τους τόπους. Μυστήριο πράγμα.

Κι αφού έγραψα για την ταινία "Σμύρνη: Η καταστροφή μιας κοσμοπολίτικης πόλης 1900-1922", ας  γράψω και μια απορία μου.

Με τέτοιο υλικό, τόσες καταστροφές, δυστυχίες, τόσες ιστορίες και περιπετειώδεις βίους, τόσες τύπισσες και τόσους ωραίους, δυνατούς και κατά κάποιο τρόπο... έτοιμους ήρωες, τί στην ευχή έχουν στο μυαλό τους τόσοι Έλληνες κινηματογραφιστές; Γιατί δεν γυρίζουν τη μία πίσω από την άλλη ταινίες που βασίζονται σε ιστορικές στιγμές που έχουν κυριολεκτικά σμιλεύσει αυτό που είναι η Ελλάδα. Και δεν εννοώ φυσικά το κατακάθι των ευρωπαϊκών αγορών και τους υπαλλήλους τους που μας κυβερνούν, αλλά τη χώρα που ως κράτος αδυνατεί να χωρέσει όσα είναι ως πνευματική και ψυχική κατάσταση.

Ένας κινηματογραφιστής που εκτιμώ είναι ο Πάνος Κούτρας. Με κέρδισε όταν στην ταινία του "Αληθινή Ζωή" έδειξε την Ακρόπολη στις φλόγες και τον θαύμασα όταν από μια ιστορία γεμάτη πόνο και δυστυχία έφτιαξε έναν ύμνο στην αγάπη, στην ταινία του "Στρέλλα".

Μπορεί να μην καταφέρει να ξετρυπώσει μια ιστορία κάπου ανάμεσα Κω, Αλεξάνδρεια, Πειραιά, Ellis Island και Όγδοης Λεωφόρου στη Νέα Υόρκη, σαν τη ζωή της Μαρίκας Παπαγκίκα, που ηχογραφούσε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα σμυρνέικα μινόρε για τη δισκογραφική εταιρεία Victor.

Μπορεί κάτι τέτοιο να μην τον ενδιαφέρει.

Αλλά, Πάνο, όλο και κάποιον φίλο κινηματογραφιστή θα έχετε... Δεν πείθετε κάποιον εσείς; Έτοιμες κρέμονται οι ιστορίες. Ώριμες και βαριές σαν φρούτα στα δέντρα εύφορης γης. [Μα τί 'ναι τούτο το ποιητικό που μ' έχει πιάσει;] Και όσο μέσα στα ντοκυμαντέρ θεριεύουν πόνοι και χαμοί, σε μια μυθοπλασία χωράει γλέντι, έρωτας και κέφι απογειωτικό.

Τόσο, που μπορεί για λίγο να θυμηθούν οι καταθλιπτικοί Έλληνες του σήμερα πόσο ζωογόνο είναι να μην μετράς καημούς και ζόρια, αλλά βόλτες κι ανθρώπους.