Τρίτη 3 Απριλίου 2007

Fred Buscaglione




Μουστάκι αλά Clark Gable, ένα σωληνάριο μπριγιαντίνη στα μαλλιά, μια τσιγαρούμπα στο στόμα, γύρω αναθυμιάσεις αλκοόλ και στο χέρι ένα ποτήρι ουίσκι.

Αυτή είναι η εικόνα του Fred (Ferdinando) Buscaglione, που γεννήθηκε το 1921 στο Τορίνο και έμελλε να αφήσει υπόξινο και μεθυσμένο αποτύπωπα στη μουσική σκηνή της Ιταλίας.
Σε ηλικία 11 χρονών οι γονείς του τον έγραψαν στο ωδείο Giuseppe Verdi και από την εφηβεία του κιόλας εμφανιζόταν σε night clubs του Τορίνο είτε σαν τραγουδιστής της τζαζ, είτε παίζοντας κοντραμπάσο ή βιολί.

Σε μια εποχή, που το ιταλικό κοινό ήταν εθισμένο στην μέχρι ναυτίας ελαφρά μουσική με επιεικώς ξενέρωτους στίχους, ο Fred Βuscaglione πετάει στα σκουπίδια τις ρομαντικές φιοριτούρες και τις αγγελικές ερμηνείες και ορμάει στη σκηνή με τραγούδια γεμάτα ειρωνεία και μια περσόνα που δεν θύμιζε σε τίποτε ό,τι είχε δει μέχρι τότε το mainstream ιταλικό κοινό.

Αυτή η περσόνα ταυτίστηκε απόλυτα με τον Fred. Όσο κι αν έψαξα δεν κατάφερα πουθενά να βρω έναν ‘άλλο’ Buscaglione. Και είναι μια περσόνα που ενισχύθηκε σφόδρα από τις κινηματογραφικές του εμφανίσεις.

Δυο κουβέντες του πρίγκιπα De Curtis, ενός από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς της Ιταλίας, γνωστού παγκοσμίως ως Toto εξηγούν την περίπτωση Buscaglione με λακωνικό και σαφή τρόπο: «Αυτό που έχω να σας πω Buscaglione - και νομίζω γνωρίζω πέντε πράγματα – είναι πως είστε προσωπικότητα. Ένας αληθινός καλλιτέχνης».

Η πρώτη του μεγάλη επιτυχία, το 1956, ήταν το τραγούδι Che bambola (μετ=Τι κουκλάρα). Το έγραψε, όπως τα περισσότερα άλλωστε, με τον φίλο του στιχουργό Leo Chiosso και πούλησε 980 χιλιάδες δίσκους, χωρίς καμία διαφημιστική προσπάθεια.

Η ιστορία του τελειώνει ξημερώματα 4ης Φεβρουαρίου του 1960, σε ένα δρόμο της συνοικίας Παριόλι στη Ρώμη, όταν η Ford Thunderbird που οδηγούσε συγκρούεται με ένα φορτηγό. Το σώμα του εκσφενδονίζεται έξω απ’ το αυτοκίνητο και προσγειώνεται με το κεφάλι σε μια κολώνα.

Οι νύχτες γεμάτες μουσική, τσιγάρα, ποτά και γυναίκες συνεχίζονται πλέον μόνο στη φαντασία του κοινού που τον αγάπησε. Πεθαίνοντας νωρίς γίνεται μύθος, κυρίως για νεότερους Ιταλούς μουσικούς που θα τον ανακαλύψουν αργότερα.

Ένας βέρος μπον βιβέρ, που έθεσε δικούς του όρους και έμεινε πιστός σε αυτούς πριν γίνει άλλος ένας «τροβαδούρος» της Ιταλικής μουσικής, που γερνώντας θα παρουσίαζε τηλεοπτικά σώου στη Rai 1.

Για όσους κατέχουν την Ιταλική υπάρχει το βιβλίο του Ernesto De Pascale Fred Buscaglione 40 anni dopo”.

Φιλμογραφία: Poveri milionari, La Cento Chilometri, La Dichessa di Santa Lucia, Guardatele ma non tocatele, I ladri, Il Moralista, Noi duri, Noi siamo due evasi, I ragazzi del juke box, Tu che ne dici.

Αγαπημένα τραγούδια:
Che Bambola, Whisky Facile, Teresa non sparare, Porfirio Villarosa κ.α.

Κάποια από τα τραγούδια είναι πραγματικά απολαυστικά. Στο «Teresa, non sparare» η υπόθεση έχει ως εξής: Η Τερέζα τον απειλεί με το όπλο στα χέρια, θεωρώντας ότι πήγε με άλλη, κι εκείνος την εκλιπαρεί να μην πυροβολήσει. Της λέει: «Ήταν μια τρέλα. Την συνάντησα στο δρόμο και με προσκάλεσε σπίτι της... τι να έκανα; Μου ζήτησε ένα φιλί, στ’ ορκίζομαι αρνήθηκα κι αρχίσαμε να μιλάμε, για σκέψου το λίγο, μόνο για σένα...». Την κατάληξη θα τη μάθετε αν ακούσετε το τραγούδι.

Στο "Whisky Facile", ακούγονται φωνές που του λένε ότι πίνει μέχρι θανάτου, δεν σκέφτεται το μέλλον κ.λπ. Εκείνος, ζητά ταπεινά συγνώμη που αγαπά το ουίσκι και απαντά ότι ξέρει πως είναι αδύναμος και κατακριτέος, αλλά έτσι είναι φτιαγμένος. Το εμφιαλωμένο νερό τον χαλάει, και το πρωί για να νοιώθει καλά, πίνει νιτρογλυκερίνη.


A Clark Gable moustache, straight black hair with a whole pack of brilliantine, a cigarette stuck in his mouth and a glass of whisky in his hand.
This is the eternal image of Ferdinando – Fred – Buscaglione, who was born in Torino, Italy in 1921 and was meant to change the Italian music scene for good.
At the age of 11 he was enrolled in Giuseppe Verdi Conservatory and during his teen years, he performed in Torino’s night clubs as a jazz singer or played the double bass and violin.
During that era the audience was addicted to the light Italian music with banal lyrics and there comes Fred Buscaglione, who rushes on scene, tosses away all the romantic bullshit and ‘interrupts’ the so called ethereal performances with a completely different repertoire.
He comes on stage like a caricature from gangster films. A “persona” that he kept in the films he starred as well.
Whether that was a choice for the stage or his true self remains to be told by his biographers. I personally think that he was original, authentic and true to him self. You can read Ernesto De Pascale’s book, entitled “Fred Buscaglione, 40 anni dopo” to draw your own conclusions.
Prince De Curtis – no other than one of Italy’s greatest and most loved actors ever – Toto, said to him : “Buscaglione, if there is something I can say about you, since I know a thing or two, is that you are a… personality, a true artist”.
His first break through was the song “Che Bambola” in 1956. He composed it together with his friend lyricist Leo Chiosso. It was a massive hit, sold 980,000 copies, without the need of any promotion and many others followed so that by the end of 1950’s he was one of Italy’s most sought after entertainers.

Fred’s ‘history’ ended on February 4, 1960 at 6.30 in the morning on the streets of Rome. He was driving his Ford Thunderbird and crashed into a truck. He went out the front window and he smashed his head against a light post.
Nowadays, nights full of music, cigarette smoke, booze and women, do go on in the minds and hearts of his aficionados. Dying young turned him into a myth, that remained faithful to his own conditions and principles.
Filmography : Poveri milionari, La Cento Chilometri, La Dichessa di Santa Lucia, Guardatele ma non tocatele, I ladri, Il Moralista, Noi duri, Noi siamo due evasi, I ragazzi del juke box, Tu che ne dici.
Some of my favorite Fred’s tunes:
Che Bambola, Whisky Facile, Teresa non sparare, Porfirio Villarosa and the list goes on and on.