Τρίτη 30 Ιουνίου 2009
Κάγκελα
Ο Bernard Madoff ίδρυσε το 1960 την εταιρεία Bernard L. Madoff Investment Securities LLC –εννοείται εισηγμένη στο χρηματιστήριο της wall street- και ως εξέχων μέλος της πιο ισχυρής οικονομίας του πλανήτη διετέλεσε και non-executive πρόεδρος του NASDAQ.
Πρόκειται, όπως αντιλαμβάνεστε, για το είδος του επιχειρηματία που τα μήντια λατρεύουν να αποκαλούν «larger than life», από αυτούς που θαυμάζουν όσοι Έλληνες συμπυκνώνουν τη φιλοσοφία ζωής τους σ’ ένα πούρο που στοιχίζει περισσότερο από το μεροκάματο του ανειδίκευτου εργάτη. Είμαι σίγουρη ότι πυλώνες της ελληνικής οικονομίας και του lifestyle, σαν τη Γιάννα, τον Πέτρο και άλλοι του ιδίου φυράματος, συγκαταλέγονταν στους θαυμαστές του.
Καθώς το χρήμα έρεε για χρόνια στα χρηματιστήρια του πλανήτη, με την ίδια ευκολία που ρέει κι η εμπιστοσύνη στο αίμα των ανυποψίαστων επενδυτών, το ανήσυχο πνεύμα του Madoff δεν σταματούσε να παράγει ιδέες για να γίνεται όλο και πιο πλούσιος. Υπήρχαν βέβαια κάποια μικρά εμπόδια στο δρόμο του, που ονομάζονται νόμοι, αλλά μικρή σημασία είχαν μπροστά στην καύλα του να βάζεις κωλοδάχτυλο ακόμη και στην Ύβρι.
Το τέλος αυτής της ιστορίας γράφηκε χθες, όταν το ομοσπονδιακό δικαστήριο της Νέας Υόρκης ανακοίνωσε την καταδίκη του Madoff σε 150 χρόνια φυλάκιση. Η απάτη των 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων μπορεί να στοίχισε σε κάποιους το σπίτι ή τη σύνταξή τους (ή και τα δυο), πάντως εκείνος, βλέποντας τα ζόρια να έρχονται, είχε μεταφέρει στον προσωπικό λογαριασμό της συζύγου του 15 εκατομμύρια δολάρια από τα χρήματα της εταιρείας για μια δύσκολη στιγμή. Όπως διαβάζω, απ’ αυτά έχουν περισσέψει κάτι ψιλά –γύρω στα 2,5 εκατομ. δολάρια- διότι είχε προϋπάρξει δικαστική εντολή κατάσχεσης των περιουσιακών του στοιχείων, ύψους 171 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Καθώς διάβαζα τις λεπτομέρειες της υπόθεσης στις διεθνείς ιστοσελίδες, μου δημιουργήθηκε η σκέψη ότι θα έχει μετανιώσει που δεν επέλεξε να ζήσει στην Ελλάδα, όπου θα είχε εξασφαλισμένα γκλαμουράτα γηρατειά. Ούτε λόγος για φυλακές και μαλακίες. Το αντίθετο μάλιστα. Θα έστηνε τις απάτες του με την άνεσή του, κλέβοντας ασύστολα, χωρίς κανένας μηχανισμός ελέγχου ή εκπρόσωπος της δικαστικής εξουσίας να διανοηθεί να τον αγγίξει. Οι προσκλήσεις στα Μέγαρα, τα Ηρώδεια και τα μεγαλοπρεπή εγκαίνια μουσείων θα πήγαιναν σύννεφο, οι πολιτικοί άνδρες θα κωλογλύφονταν για κανένα ψίχουλο, θα έστηνε μια χαρά προφίλ δημιουργώντας 5-6 θηριωδώς απατηλές φιλανθρωπικές οργανώσεις και ιδρύματα και θα πέρναγε ζωή και κότα.
Η εξήγηση μπορεί να είναι απλή. Διάβασα ότι μετά την ανακοίνωση της απόφασης του δικαστηρίου, απευθύνθηκε σε όσα από τα θύματα της απάτης του παρευρίσκονταν στην εκδίκαση της υπόθεσης και ζήτησε συγγνώμη, οπότε είναι πιθανόν ο άνθρωπος να είχε εναπομείναντα θύλακα τσίπας και ως εκ τούτου δεν διανοούνταν να ζήσει σε μια χώρα όπου ό,τι είναι νόμιμο θεωρείται και ηθικό.